Η πρώτη προσέγγιση για την εκτέλεση του συγκεκριµένου έργου γίνεται µε το νόµο 2664/1998 για το Εθνικό Κτηµατολόγιο, αλλά ουσιαστικά µπήκε σε πορεία σύνταξης µε το ν. 3889/2010, που ορίζει τις διαδικασίες και τα επιµέρους στάδια της υλοποίησης.

Η τότε Κυβέρνηση ξεκίνησε το έργο σε πολλές περιοχές, αλλά επειδή δεν ήθελε να αναδειχτούν οι καταπατήσεις και οι αυθαιρεσίες άφησε τους χάρτες κλειδωµένους στα ∆ασαρχεία και στις ∆ιευθύνσεις ∆ασών.

Αντίθετα η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αφού επικαιροποίησε το ν. 3889/2010 µε το ν.4389/2016 προχώρησε τους δασικούς χάρτες στο 50% της χώρας, δηλαδή σε περίπου 65.000.000 στρ. και µάλιστα σε περιοχές µε προβλήµατα, όπως η αυθαίρετη εκτός σχεδίου δόµηση.

Ήταν αδύνατο όµως η διαδικασία αυτή να προχωρήσει χωρίς επιπτώσεις σε χρήσεις γης και εµπράγµατα δικαιώµατα. Όπως είναι λογικό να έγιναν και λάθη σε µια τόσο µεγάλη προσπάθεια, µερικά εκ των οποίων αντιµετωπίστηκαν.

Ας δούµε ποιες είναι οι διατάξεις του νοµοθετικού πλαισίου που επηρεάζουν καθοριστικά την κατάρτιση των δασικών χαρτών;

Είναι δύο άρθρα του Συντάγµατος του 1975, το 117 παρ. 3, σύµφωνα µε το οποίο δάση που καταστράφηκαν ή αποψιλώνονται κηρύσσονται αναδασωτέα και αποκλείεται να διατεθούν για άλλο προορισµό και το 24, σύµφωνα µε το οποίο τα δάση µπορούν να αλλάξουν χρήση, µόνον αν προέχει για την εθνική οικονοµία η αγροτική χρήση και µετά από τεκµηρίωση για κάθε επιµέρους περίπτωση.

 Όπως γίνεται αντιληπτό δεν άργησαν να εµφανιστούν οι προσφυγές στο ΣτΕ (Συµβούλιο της Επικρατείας), που κατέληξαν σε αποφάσεις που φτάνουν µέχρι του σηµείου της ακύρωσης της πορείας όλου του έργου.

Οι αποφάσεις αυτές είναι:

1) η 685/2019 µε την οποία η Ολοµέλεια έκρινε αντισυνταγµατικές τις οικιστικές πυκνώσεις. Τα άρθρα 24 και 117 του Συντάγµατος απαγορεύουν ρητά αυτές τις αλλαγές χρήσης.

2) η 1411/2019 µε την οποία έκρινε παράνοµη τη µερική κύρωση γιατί δεν εξετάστηκαν όλες οι αντιρρήσεις. Ξεπερνούν σήµερα τις 180.000 και

3) η 710/2020 µε την οποία η Ολοµέλεια ακύρωσε τις διαδικασίες εξαγοράς των δασικών εκτάσεων που εκχερσώθηκαν προ του 1975.

Ας δούµε όµως τι απεικονίζουν οι αµφισβητούµενοι δασικοί χάρτες;

Τη µορφή που είχαν οι χαρτογραφούµενες εκτάσεις στη παλιότερη βλαστική απεικόνιση (αεροφωτογραφίες του 1945) και τη µορφή που έχουν σήµερα. Ο συνδυασµός των δύο µορφών και η ερµηνεία των αντίστοιχων χαρτών δίνει το χαρακτήρα των εκτάσεων, κατατάσσοντάς τες σε 2 κατηγορίες εδαφών, στα δασικού (∆άση, δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις) και γεωργικού χαρακτήρα.

Η διαδικασία κατάρτισης των δασικών χαρτών γίνεται σε 3 στάδια, το πρώτο αφορά στη σύνταξη, το δεύτερο στην ανάρτηση και το τρίτο στη κύρωση. ∆εν πρέπει να υπάρξει καµία συσχέτιση στα στάδια αυτά της µορφής των εδαφών που καταγράφονται µε τη κυριότητα.

Τα κύρια προβλήµατα που αναδείχθηκαν µε τη σύνταξη και την ανάρτηση των δασικών χαρτών της πρώτης φάσης είναι τα παρακάτω:

1) οι αγροί που έγιναν δάση (χαρακτηρισµός στον δασικό χάρτη Α∆),

2) οι δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις που εκχερσώθηκαν για γεωργική καλλιέργεια (χαρακτηρισµός στο δασικό χάρτη ∆Α),

3) οι εκτάσεις, οι λεγόµενες οικιστικές πυκνώσεις, µε αυθαίρετα σε οργανωµένους και µη οικισµούς, και

4) τα πρόδηλα σφάλµατα.

Σηµειώνω ότι για τα πρόδηλα που έχουν σχέση µε σφάλµατα κατά την εκτέλεση του έργου πρέπει οι συντάκτες να δώσουν τις απαραίτητες λύσεις, ενώ για τις οικιστικές πυκνώσεις δεν υπάρχει καµία περίπτωση επαναφοράς τους.

Ας δούµε όµως αναλυτικά για τις δύο πρώτες κατηγορίες που αναφέρονται στον αγροτικό χώρο, τα προβλήµατα που προέκυψαν και τη πρόταση για την αντιµετώπισή τους, µετά βέβαια, την επιστροφή των δασικών χαρτών στο στάδιο της ανάρτησης.

∆ασωθέντες αγροί (Α∆)

Πρόκειται για εκτάσεις που το 1945 ήταν αγροί και σήµερα είναι δάση. Η έκτασή τους ανέρχεται στα 3.500.000 στρ., δηλαδή πάνω από το 5% της συνολικά αναρτηµένης έκτασης. και προέκυψαν από την εγκατάλειψη και τη δάσωση αντίστοιχων αγρών.

Όπως γίνεται κατανοητό η αποδοχή αυτής της κατηγοριοποίησης στη κύρωση των δασικών χαρτών δηµιουργεί πολλά προβλήµατα, τόσο ισόρροπης εφαρµογής του δικαίου, όσο και ηθικής µορφής.

Το νοµικό πλαίσιο µέσα στο οποίο συντάσσονται οι συγκεκριµένοι χάρτες είναι σαφέστατο, τόσο από το Σύνταγµα, όσο και απο τη νοµολογία του ΣτΕ και γι αυτό είναι δίκαιο να ισχύσει ό,τι για τις αγροτικού χαρακτήρα εκτάσεις. Είναι δε και ηθικό το θέµα γιατί η δάσωση αυτών των αγρών προέκυψε το δεύτερο µισό του 20ου αιώνα από την αναγκαστική εσωτερική και εξωτερική µετανάστευση των κατόχων τους, για λόγους επιβίωσης.

Και το ερώτηµα που µπαίνει είναι ποια λύση µπορεί να δοθεί, ώστε και οι αγρότες να δικαιωθούν αλλά και το δασικό οικοσύστηµα να µην επηρεαστεί αρνητικά; Η απάντηση είναι απλή: Τα γεωτεµάχια αγροτικής µορφής που δεν έφεραν δασική βλάστηση το 1945 και απέκτησαν την µορφή της δασικής έκτασης σήµερα, όπου και αν βρίσκονται, δεν διέπονται από τις διατάξεις της ∆ασικής Νοµοθεσίας, εκτός των περιπτώσεων που βρίσκονται σε προστατευόµενες περιοχές ή οριοθετηµένα δασικά οικοσυστήµατα ή επιβάλλεται να κηρυχθούν αναδασωτέα, σύµφωνα µε το νόµο.

Οφείλω όµως να τονίσω ότι για τους δασωµένους αγρούς που κρίνεται απαραίτητο να διατηρήσουν τη σηµερινή τους µορφή, πρέπει να επιδιωχθεί η ανταλλαγή τους µε ανάλογες αγροτικές εκτάσεις ή να αποζηµιωθούν ανάλογα και απο τις εισφορές των ευεργετούµενων από τη σύνταξη των δασικών χαρτών. Μόνον τότε το περιβαλλοντικό ισοζύγιο θα βρει τη σωστή του εφαρµογή.

Εκτάσεις δασικές και χορτολιβαδικές που εκχερσώθηκαν για γεωργική καλλιέργεια (χαρακτηρισµός στο δασικό χάρτη ∆Α)

Πρόκειται για εκτάσεις µε γεωργική µορφή που ξεπερνούν τα 2.000.000 στρ., για τις οποίες καλούνται οι χρήστες τους να καταβάλλουν ένα τίµηµα εξαγοράς, της κυριότητας οι προ του 1975 χρήστες και της χρήσης οι µετά το 1975.

Το πρόβληµα που υπάρχει µε αυτές τις εκτάσεις είναι, όχι µόνο ότι η εξαγορά των προ του 1975 εκτάσεων ακυρώθηκε ήδη από το ΣτΕ, αλλά και η άρνηση των χρηστών να κάνουν χρήση της συγκεκριµένης ρύθµισης, αφού µόνο για το 20% των εκτάσεων ενδιαφέρθηκαν. Είχα µάλιστα πει τότε, ότι για την επίλυση του προβλήµατος τεκµηρίωσης της αλλαγής χρήσης των συγκεκριµένων εδαφών η ∆ήλωση ΟΣ∆Ε µπορεί να αποτελέσει, όταν µάλιστα συνδεθεί και µε τις προηγούµενες χρονιές, τη καλύτερη αιτιολόγηση. Μια και η Ε.Επιτροπή για να εγκρίνει τις ενισχύσεις θεωρεί δεδοµένη τη βιωσιµότητα της αγροτικής παραγωγικής δραστηριότητας που ασκείται στις δηλούµενες εκτάσεις.

Πώς θα αντιµετωπιστούν οι αντιρρήσεις και οι ενστάσεις που έχουν υποβληθεί;

Η απάντηση είναι µία: δεν θα υπάρχουν µε την επιστροφή στο στάδιο της ανάρτησης. Ας δούµε αναλυτικά πως περπάτησε η συγκεκριµένη διαδικασία.

Η ανάρτηση της πρώτης φάσης ανέδειξε πολλά προβλήµατα γιατί επελέγη µια διαδικασία πρωτόγνωρη. Να υπάρξει µερική κύρωση δασικών χαρτών παράλληλα µε την υποβολή αντιρρήσεων και ενστάσεων.Όµως ο έλεγχος των επιπτώσεων των κυρώσεων στις ∆ηλώσεις Ολοκληρωµένης ∆ιαχείρισης των Ενισχύσεων (ΟΣ∆Ε) που ακολούθησε, ανέδειξε περί τα 1.500.000 στρ. αγροτικών εκτάσεων να έχουν χαρακτηριστεί ως δασικά, από τα οποία περίπου το 60% να έχουν κυρωθεί, ενώ για τα υπόλοιπα,δηλαδή το 40%, να έχουν υποβληθεί περί τις 240.000 αντιρρήσεις και αιτήσεις εξαγορών.

Βέβαια δεν χρειάζεται να σταθούµε περισσότερο στη συγκεκριµένη διαδικασία, αφού όχι µόνο την απαξίωσαν οι θιγόµενοι αγρότες µε τη µη συµµετοχή τους, αλλά και το ΣτΕ την ακύρωσε µε τη δεύτερη και τη τρίτη απόφασή του.

Τι θα γίνει µε τις χορτολιβαδικές εκτάσεις νησιώτικων και παραθαλάσσιων περιοχών;

Πρόκειται για τις εκτάσεις που και η ερµηνευτική εγκύκλιος εφαρµογής του ν. 998/79 (του κατ’ εξοχήν εκτελεστικού νόµου του Συντάγµατος του 1975) αναφέρει ότι αποτελούνται από φρυγανώδη ξυλώδη είδη, όπως είναι το θυµάρι, η κουνούκλα και άλλα, αλλά και από διάφορα ποώδη φυτά, που ενδηµούν κυρίως στα νησιά.

Ειδικά για τις εκτάσεις αυτές το άρθρο 74 του ν. 998/79 προέβλεπε ότι εντός πενταετίας, δηλαδή µέχρι το 1984, έπρεπε να χαρτογραφηθούν και να παραδοθούν για διαχείριση και διάθεση αγροτική. Όµως µε το άρθρο 53 του ν. 4280/2014 όχι µόνο καταργήθηκε η συγκεκριµένη ρύθµιση, αλλά και τροποποιήθηκε το άρθρο 3 του ν.998/79 ορίζοντας ότι η διαχείριση των χορτολιβαδικών εκτάσεων ασκείται από την ∆ασική Υπηρεσία, πράγµα που ουσιαστικά σήµανε ότι εξακολουθούσε η Πολιτεία να τις θεωρεί ως δασικές, στερώντας από τον αγροτικό κόσµο τη δυνατότητα να τις αξιοποιεί για την κτηνοτροφία.

Το πρόβληµα έγινε πιο µεγάλο, µε το Π.∆. 32/2016 που χαρακτήριζε µια χορτολιβαδική έκταση σε πεδινή και µη πεδινή, ανάλογα µε το υψόµετρο και τις κλίσεις των εδαφών. Τα κριτήρια αυτά µαζί µε τη σύνθεση της βλάστησης άφησαν περιθώρια ερµηνείας τέτοια που να δηµιουργούν προβλήµατα, όπως αυτά που παρατηρήθηκαν µε την ανάρτηση των δασικών χαρτών σε πολλά νησιά του Αιγαίου, αλλά και στις παραθαλάσσιες περιοχές της χώρας µας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι µε την απόφαση αυτή σε αρκετές περιοχές πάνω από το 50% των εκτάσεων τους έχουν χαρακτηριστεί ως δασικές, λόγω της φρυγανώδους βλάστησής τους, ενώ την ίδια στιγµή υπάρχουν αναρτηµένοι χάρτες σε άλλες περιοχές µε τις πρότερες προδιαγραφές και κριτήρια, δηλαδή δεν έχουν χαρακτηριστεί δασικές.

Η λύση των προβληµάτων είναι απλή:

α) Να αποσυρθεί ο χαρακτηρισµός αυτών των χορτολιβαδικών εκτάσεων ως δασικές, γιατί η σχετική εγκύκλιος δεν ανακλήθηκε ποτέ. Έγινε µια κίνηση µε Υπουργική Απόφαση από το Υπουργείο Περιβάλλοντος το Μάϊο του 2019 για την απαλλαγή των χορτολιβαδικών εκτάσεων των νησιών που φέρουν φρυγανική βλάστηση, που φάνηκε ότι λύνει το πρόβληµα. ∆υστυχώς έχει δυσκολίες στην εφαρµογή της, γιατί ενώ απαλλάσει του δασικού χαρακτήρα τις φρυγανώδεις εκτάσεις, δεν προβλέπει τη καταγραφή των φυτών που συνιστούν τη χορτολιβαδική έκταση, ούτε αναφέρεται στη χαµηλή ξυλώδη βλάστηση, µε αποτέλεσµα να υπεισέρχεται ο υποκειµενικός παράγων στο χαρακτηρισµό τους και

β) να καταργηθεί η ρύθµιση του άρθρου 53 του ν 4280/2014 για τις χορτολιβαδικές εκτάσεις και µε τη χαρτογραφήσή τους να παραδοθούν στη γεωργία για διαχείριση και διάθεση για γεωργική και κτηνοτροφική εκµετάλλευση, όπως το άρθρο 74 του ν 998/79 προβλέπει.

Αυτό όµως που είναι δύσκολο να προσεγγιστεί είναι ότι οι συγκεκριµένες εκτάσεις, κατά ένα µεγάλο µέρος είναι παραθαλάσσιες και νησιωτικές, που όχι µόνο δεν µπορούν να αξιοποιηθούν για αγροτική χρήση, αλλά και είναι συνδεδεµένες µε µια νοµιµοφανή έως αυθαίρετη δόµηση. Σε µια επόµενη παρέµβαση θα αναφερθούµε για το πώς αντιµετωπίστηκαν τα συγκεκριµένα ζητήµατα σε επίπεδο Ε.Επιτροπής και θα αναζητήσουµε λύσεις και σε άλλα προβλήµατα που θα υπάρξουν όταν οι κυρωµένοι δασικοί χάρτες φτάσουν στη πόρτα του Εθνικού κτηµατολογίου.

Πηγή: www.agronews.gr